Τι άλλαξε στον Κ.Δ.Δ. με τις νέες διατάξεις του ν. 4446/2016.

Τι άλλαξε στον Κ.Δ.Δ. με τις νέες διατάξεις του ν. 4446/2016

Οι τροποποιήσεις ισχύουν από τη δημοσίευσή τους, εκτός αν ορίζεται διαφορετικά στις επιμέρους διατάξεις

1. Δέσμευση και από αθωωτικές αποφάσεις-βουλεύματα (αρ. 17)

Τα Διοικητικά Δικαστήρια δεσμεύονται πλέον και από τις αμετάκλητες αθωωτικές αποφάσεις, καθώς και από τα αμετάκλητα αποφαινόμενα να μην γίνει η κατηγορία βουλεύματα, εκτός εάν η απαλλαγή στηρίχθηκε στην έλλειψη αντικειμενικών ή υποκειμενικών στοιχείων που δεν αποτελούν προϋπόθεση της διοικητικής παράβασης. Δεν είναι σαφές τι συμβαίνει για αποφάσεις και βουλεύματα από τα οποία δεν προκύπτει που στηρίχθηκε η απαλλαγή. Η επιλογή της διατύπωσης οδηγεί στο συμπέρασμα ότι ο γενικός κανόνας είναι η δέσμευση και άρα ισχύει σε περίπτωση αμφιβολίας ως προς τους λόγους απαλλαγής. Το σημείο αυτό θα αποτελέσει αντικείμενο ερμηνείας. Για μια λεπτομερή ανάλυση της νέας διάταξης βλ. «Ne bis in idem, τεκμήριο αθωότητας και η νέα ρύθμιση του άρθρου 5 παρ. 2 εδαφ. β΄του ΚΔΔ (άρθρο 17 του ν. 4446/2016)» του Ι. Δημητρακόπουλου, Παρέδρου ΣτΕ στη διεύθυνση

http://www.ddikastes.gr/?q=node%2F1354

2. Καθ’ ύλη αρμοδιότητα εκδίκασης φορολογικών διαφορών σε πρώτο βαθμό (αρ. 18 και αρ. 30)

α) έως 60.000 ευρώ, Μονομελές Διοικητικό Πρωτοδικείο

β) άνω των 60.000 ευρώ και έως 150.000 ευρώ, Τριμελές Διοικητικό Πρωτοδικείο

γ) άνω των 150.000 ευρώ, Τριμελές Διοικητικό Εφετείο σε πρώτο και τελευταίο βαθμό

εφαρμόζεται και σε εκκρεμείς υποθέσεις για τις οποίες δεν έχει οριστεί δικάσιμος (αρ. 18).

Ένδικα βοηθήματα μέσα που ασκήθηκαν έως 31.12.2012, αρμοδιότητας Μονομελούς Διοικητικού Πρωτοδικείου, για υποθέσεις φορολογικές και μη (δηλαδή για όλες τις υποθέσεις έως 60.000 ευρώ), χωρίς να έχει ορισθεί δικάσιμος, εκδικάζονται σε πρώτο βαθμό από πρόεδρο πρωτοδικών, εξαιρουμένων των προέδρων τριμελών συμβουλίων διεύθυνσης διοικητικών πρωτοδικείων, και σε δεύτερο βαθμό από εφέτη μονομελούς διοικητικού εφετείου. Εφαρμόζονται οι διατάξεις του άρθρου 126Α του Κ.Δ.Δ. (αρ. 30)

3. Αρμοδιότητα Προέδρου Πρωτοδικών (αρ. 18)

Προστίθενται και τα μέτρα των παραγράφων 5 και 6 του άρθρου 46 του Κώδικα Φορολογικής Διαδικασίας ν. 4174/2013 (Μέτρα διασφάλισης των οφειλών προς το δημόσιο)

«5. Εφόσον η Φορολογική Διοίκηση διαπιστώνει μη απόδοση, ανακριβή απόδοση, συμψηφισμό, έκπτωση ή διακράτηση Φ.Π.Α., Φ.Κ.Ε., φόρου ασφαλίστρων, παρακρατούμενων, επιρριπτόμενων φόρων, τελών και εισφορών με σκοπό τη μη πληρωμή συνολικά στο Δημόσιο ποσού πάνω από εκατόν πενήντα χιλιάδες (150.000) ευρώ, καθώς και είσπραξη επιστροφής των παραπάνω φόρων κατόπιν παραπλάνησης της Φορολογικής Διοίκησης με την παράσταση ψευδών γεγονότων ως αληθινών ή με την αθέμιτη παρασιώπηση ή απόκρυψη αληθινών γεγονότων, μπορεί, βάσει ειδικής έκθεσης ελέγχου, να επιβάλλει σε βάρος του υπόχρεου παραβάτη προληπτικά ή διασφαλιστικά του δημοσίου συμφέροντος μέτρα άμεσου και επείγοντος χαρακτήρα. Ειδικότερα η Φορολογική Διοίκηση μπορεί να μην παραλαμβάνει και να μην χορηγεί έγγραφα που απαιτούνται για τη μεταβίβαση περιουσιακών στοιχείων. Στην περίπτωση αυτή δεσμεύεται το πενήντα τοις εκατό (50%) των καταθέσεων, των πάσης φύσεως λογαριασμών και παρακαταθηκών και του περιεχομένου των θυρίδων του υπόχρεου παραβάτη. Το μη χρηματικό περιεχόμενο θυρίδων και οι μη χρηματικές παρακαταθήκες, δεσμεύονται στο σύνολό τους.

6. Τα μέτρα της παραγράφου 5 επιβάλλονται σωρευτικά σε βάρος των ομορρύθμων εταίρων προσωπικών εταιριών, καθώς και σε βάρος κάθε προσώπου εντεταλμένου από οποιαδήποτε αιτία στη διοίκηση ή διαχείριση ή εκπροσώπηση οποιουδήποτε νομικού προσώπου ή νομικής οντότητας από τη γένεση της υποχρέωσης απόδοσης ή από το χρόνο της διάπραξης, κατά περίπτωση, και μέχρι την ενεργοποίηση των μέτρων, ανεξάρτητα αν έχουν αποβάλει την ιδιότητα αυτή με οποιονδήποτε τρόπο ή για οποιαδήποτε αιτία.»

Για όλες τις διαφορές αρμοδιότητας του προέδρου πρωτοδικών του αρ. 6 παρ. 2 εδ. δ’ του Κ.Δ.Δ. δεν είναι απαραίτητη η προηγούμενη άσκηση ενδικοφανούς προσφυγής.

Εφαρμόζεται και σε εκκρεμείς υποθέσεις για τις οποίες δεν έχει ορισθεί δικάσιμος.

4. Εξαίρεση Δικαστών (αρ. 19)

α) Οι λόγοι παραμένουν οι ίδιοι.

β) Εισάγονται κάποιες διαδικαστικές διαφορές και περιορισμοί. Για περισσότερες λεπτομέρειες βλ σχετικό άρθρο 19.

γ) Είναι απαράδεκτη η άσκηση δεύτερης αίτησης κατά των ίδιων δικαστών στα πλαίσια της ίδια δίκης.

δ) Όταν οι λόγοι είναι απαράδεκτοι ή προδήλως αβάσιμοι, επιβάλλονται οι κυρώσεις του αρ. 42 παρ. 2 του Κ.Δ.Δ. (καλόπιστη διεξαγωγή της δίκης βλ. υπό 18).

5. Δικολογική ικανότητα (αρ. 20)

Αναφορικά με τη δυνατότητα παράστασης και διενέργειας διαδικαστικών πράξεων χωρίς δικηγόρο, το ποσό της διαφοράς για τις χρηματικού αντικειμένου διαφορές αυξάνεται στα 1.500 ευρώ από τις 200.000 δρχ.

6. Επίδοση δικογράφων (αρ. 21)

α) Κατάργηση υποχρέωσης επίδοσης του δικογράφου με επιμέλεια του διαδίκου στις φορολογικές-τελωνιακές διαφορές

β) Υποχρέωση της Γραμματείας για επίδοση των δικογράφων 60 ημέρες πριν από τη δικάσιμο σε όλες τις διαφορές

Καταλαμβάνει και τις εκκρεμείς δίκες.

7. Διαδικασία 126Α (αρ. 22)

α) Μπορεί να προταθεί από τον εισηγητή όταν η υπόθεση έχει ήδη εισαχθεί σε δικάσιμο (για το θεσμό του εισηγητή βλ. παρακάτω υπό 9).

β) Η αποστολή φακέλου της διοίκησης απαιτείται μόνο αν τούτο κριθεί απαραίτητο.

γ) Σε περίπτωση αγωγής, για την αίτηση ανάκλησης καταβάλλεται το τριπλάσιο του παραβόλου που ορίζεται για την προσφυγή στο άρθρο 277 του Κ.Δ.Δ..

δ) Υποθέσεις που έχουν εισαχθεί αναρμοδίως και σχετικές εκκρεμείς αιτήσεις αναστολής παραπέμπονται στο αρμόδιο Διοικητικό Δικαστήριο είτε με τη διαδικασία της παρ. 1 του αρ. 126Α είτε με πράξη του προέδρου του συμβουλίου διεύθυνσης ή του δικαστή που διευθύνει το δικαστήριο.

Για περισσότερες λεπτομέρειες σχετικά με το άρθρο 126Α βλ. «Το άρθρο 126Α του Κώδικα Διοικητικής Δικονομίας και η αίτηση εισαγωγής της υπόθεσης στο ακροατήριο με αφορμή τις πρόσφατες αποφάσεις 2155/2015 και 2086/2015 της Ολομέλειας του ΣτΕ» της Βαρβάρας Μπουκουβάλα Πρωτοδίκη Δ.Δ-Διδάκτωρα Νομικής στη διεύθυνση

http://www.ddikastes.gr/?q=node/1350

8. Ενδοδικαστική συμβιβαστική επίλυση διαφορών (αρ. 23)

α) Αφορά αγωγές για απαιτήσεις από την εκτέλεση διοικητικών συμβάσεων, αρμοδιότητας του Διοικητικού Εφετείου. Καταλαμβάνει και εκκρεμείς υποθέσεις. Δεν ορίζεται κάποια προθεσμία ολοκλήρωσης της διαδικασίας αυτής.

β) Μετά την κατάθεση του δικογράφου, ορίζεται με πράξη (προέδρου τριμελούς συμβουλίου-δικαστή που διευθύνει το δικαστήριο-δικαστή οριζόμενου από αυτόν) τμήμα για την ενδοδικαστική επίλυση. Ο πρόεδρος του τμήματος ορίζει με πράξη του τον εισηγητή. Η τελευταία αυτή πράξη κοινοποιείται στους διαδίκους.

γ) Εντός 10 ημερών από την κοινοποίηση, οι διάδικοι προσκομίζουν τα στοιχεία τους.

δ) Ο εισηγητής επιμελείται τη συγκέντρωση των αναγκαίων στοιχείων και τυχόν πρόσθετων στοιχείων και καλεί τους διαδίκους σε κοινή συνάντηση με σκοπό την επίλυση της διαφοράς.

ε) Τέλος, η υπόθεση εισάγεται σε συμβούλιο και συντάσσεται πρακτικό στο οποίο περιλαμβάνονται οι δηλώσεις των διαδίκων και είτε επιλύεται η διαφορά είτε διαπιστώνεται η μη επίτευξη επίλυσης.

στ) Η απόφαση ενδοδικαστικής επίλυσης δεν περιέχει παράθεση πραγματικού αλλά μόνο: i) το ύψος της απαίτησης, ii) το χρόνο έναρξης της τοκοφορίας και iii) το επιτόκιο. Έχει αποτελέσματα αμετάκλητης δικαστικής απόφασης και συνιστά εκτελεστό τίτλο.

ζ) Κατά τη διαδικασία διασφαλίζεται το απόρρητο και οι διάδικοι πλην Δημοσίου και ν.π.δ.δ. που εμπίπτουν στο αρ. 29 παρ. 1 εκπροσωπούνται με δικηγόρο με ειδικό πληρεξούσιο.

9. Εισηγητής Δικαστής σε διαφορές ουσίας (αρ. 24)

α) Δεν εφαρμόζεται σε αγωγές και ένδικα μέσα κατά αποφάσεων επί αγωγών. Εφαρμόζεται σε όλα τα λοιπά ένδικα μέσα και βοηθήματα. Εφαρμόζεται τόσο σε υποθέσεις τριμελούς όσο και μονομελούς. Σε σώρευση ένδικων μέσων, εφαρμόζεται μόνο αν προβλέπεται για κάποιο από αυτά.

β) Ορίζεται από τον πρόεδρο του συμβουλίου διεύθυνσης ή τον διευθύνοντα το δικαστήριο ή τον οριζόμενο από αυτόν ή τον πρόεδρο του τμήματος, αμέσως μετά την κατάθεση του δικογράφου με πράξη πάνω σε αυτό. Στον εισηγητή ανακοινώνεται η δικογραφία. Σε περίπτωση κωλύματος, μπορεί να αντικατασταθεί και προφορικά.

γ) Μεριμνά για τη συγκέντρωση των στοιχείων (από τις αρχές και τους διαδίκους) και για τη διενέργεια των επιδόσεων.

δ) Δύναται να ανακοινώνει τη δίκη στους δικαιούμενους σε παρέμβαση και να ενημερώνει για τυπικές παραλήψεις τους διαδίκους και να ζητά στοιχεία από τους διαδίκους και τις αρχές. Οι αρχές υποχρεούνται να παράσχουν τα στοιχεία.

ε) Αν ανακύψουν ζητήματα που ερευνώνται αυτεπαγγέλτως συντάσσει συνοπτική έκθεση που επισυνάπτεται στο φάκελο το αργότερο 3 μέρες πριν από τη συζήτηση και γίνεται ανάγνωση αυτής στο ακροατήριο. Αν κατατεθεί εκπρόθεσμα, ο διάδικος δύναται να ζητήσει αναβολή.

10. Έκθεση και διοικητικός φάκελος (αρ. 24)

Πρέπει να προσκομισθεί 30 ημέρες πριν τη συζήτηση αντί για 15 ημέρες που ίσχυε πριν. Σε περίπτωση σύντμησης της προθεσμίας επίδοσης δεν υπάρχει αλλαγή.

11. Προεκφώνηση υποθέσεων (αρ. 24)

Εισάγεται υποχρέωση προεκφώνησης, κατά τη σειρά εγγραφής στο πινάκιο, κατά την οποία σημειώνονται στο πινάκιο οι υποθέσεις που αναβάλλονται ή διαγράφονται.

12. Παράσταση με δήλωση (αρ. 24)

Οι δηλώσεις πληρεξουσίων του Δημοσίου, Ο.Τ.Α. ή Ν.Π.Δ.Δ. δεν έχουν δικονομική συνέπεια αν δεν έχει διαβιβαστεί ο διοικητικός φάκελος.

Διάδικος που παραστάθηκε με δήλωση, δεν κλητεύεται κατά τη νέα δικάσιμο που ορίστηκε κατόπιν αποδοχής αιτήματος αναβολής άλλου διαδίκου.

12. Κατάργηση δίκης με πράξη (αρ. 25)

Η δίκη μπορεί να καταργείται με πράξη και σε περίπτωση που πριν εισαχθεί προς συζήτηση, διαπιστωθεί ότι έχει εκλείψει το αντικείμενό της.

13. Προθεσμίες-Οκτάμηνο (αρ. 26)

Μετά τη συμπλήρωση του οκταμήνου, επιλαμβάνεται ο Γενικός Επίτροπος της Επικρατείας των τακτικών διοικητικών δικαστηρίων αντί του Προέδρου του Τριμελούς Συμβουλίου Επιθεώρησης των Δικαστηρίων.

14. Αναστολή εκτέλεσης σε φορολογικές υποθέσης (αρ. 27)

Η παράγραφος 2 του αρ. 202 που όριζε ότι σε φορολογικές, τελωνειακές και διαφορές με χρηματικό αντικείμενο το δικαστήριο διατάσσει την αναστολή κατά το μέρος που συνεπάγεται τη λήψη συγκεκριμένων μέτρων κατά συγκεκριμένων περιουσιακών στοιχείων αντικαθίσταται.

Πλέον η αναστολή στις υποθέσεις αυτές γίνεται δεκτή μόνο με την επίκληση και απόδειξη ανεπανόρθωτης βλάβης, ενώ με την απόφαση μπορεί απλώς να ορισθεί ότι το ανασταλτικό αποτέλεσμα δεν καταλαμβάνει τη λήψη ενός ή περισσότερων αναγκαστικών μέτρων είσπραξης ή διοικητικών μέτρων, για τον εξαναγκασμό ή τη διασφάλιση της είσπραξης της οφειλής, επί συγκεκριμένων περιουσιακών στοιχείων του αιτούντος, τα οποία αναφέρονται στην απόφαση.

Αυτό που περιμένουμε να δούμε είναι οι Δ.Ο.Υ. να ζητούν επικουρικά να εξαιρεθούν μέτρα και περιουσιακά στοιχεία.

Καταργείται το άρθρο 209 Α που όριζε ότι σε φορολογικές ή τελωνειακές διαφορές στις οποίες η προθεσμία ή η άσκηση του ένδικου μέσου δε συνεπάγεται την κατά νόμο αναστολή χορηγείται μόνο αν το ένδικο μέσο κρίνεται προδήλως βάσιμο καθώς και ότι η χορήγηση αναστολής χορηγείται μόνο κατά το μέρος που η απόφαση δεν έχει εκτελεσθεί.

Σε κάθε περίπτωση χορήγησης αναστολής μερικής ή ολικής, η υπόθεση προσδιορίζεται κατά προτεραιότητα εντός έτους από την έκδοση της απόφασης επί της αναστολής, ενώ στις φορολογικές και τελωνιακές διαφορές εντός έξι μηνών.

15. Ευεργέτημα Πενίας (αρ. 28)

α) Η αίτηση για απαλλαγή διακόπτει την προθεσμία για την άσκηση του ένδικου βοηθήματος ή μέσου η οποία αρχίζει από την επομένη της κοινοποίησης της απόφασης επί της αιτήσεως. Σε εκκρεμείς υποθέσεις, υποβάλλεται 20 τουλάχιστον μέρες πριν από την πρώτη συζήτηση.

β) Επ΄ αυτής αποφαίνεται ο πρόεδρος του συμβουλίου διεύθυνσης, ο αναπληρωτής του, ο δικαστής που διευθύνει το δικαστήριο ή ο οριζόμενος από αυτούς πρόεδρος.

γ) Δεν απαιτείται παράσταση με δικηγόρο και η διαδικασία διεξάγεται ατελώς.

δ) Το ένδικο βοήθημα ή μέσο δεν πρέπει να κρίνεται προδήλως απαράδεκτο ή αβάσιμο.

ε) Για την ένδεια αρκεί πιθανολόγηση.

στ) Η αποδοχή ή απόρριψη πρέπει να είναι αιτιολογημένη.

ζ) Νέα αίτηση μπορεί να υποβληθεί μόνο μία φορά σε περίπτωση μεταβολής των πραγματικών περιστατικών.

16. Υπολογισμός παραβόλου σε φορολογικές-τελωνιακές διαφορές (αρ. 29)

Αν προσβάλλονται περισσότερες συναφείς πράξεις, λαμβάνεται υπόψη το άθροισμα των σχετικών ποσών (κύριου φόρου, δασμού, τέλους, εισφοράς ή προστίμου).

17. Παράβολα (αρ. 37)

α) Σε χρηματικού αντικειμένου φορολογικές και τελωνιακές διαφορές προκαταβάλλεται το 20% του παραβόλου της έφεσης αντί του 50% που ίσχυε έως τώρα.

β) Το παράβολο μειώνεται σε 50 ευρώ για την προσωρινή δικαστική προστασία και την αίτηση διόρθωσης ή ερμηνείας

γ) Το παράβολο αυξάνεται σε 200 ευρώ για την έφεση και την αντέφεση και στα 300 ευρώ για την αίτηση αναθεώρησης

δ) Για τις φορολογικές-τελωνειακές διαφορές το παράβολο μειώνεται σε 1% και η οροφή αυξάνεται στα 15.000 ευρώ

ε) Για τη χορήγηση αναβολής πλην των περιπτώσεων αναβολής λόγω αποχής δικηγόρων απαιτείται κατάθεση παραβόλου υπέρ του ΤΑ.Χ.ΔΙ.Κ ύψους 30, 40 και 50 ευρώ αντιστοίχως για το μονομελές και το τριμελές πρωτοδικείο και το εφετείο. Το παράβολο αυτό δεν επιστρέφεται αλλά εκπίπτει σε κάθε περίπτωση.

στ) οι ανωτέρω διατάξεις του τρίτου μέρους του ν. 4446/2016 (αρ. 37 για τον Κ.Δ.Δ.) εφαρμόζονται για ένδικα βοηθήματα και μέσα που υποβάλλονται μετά την έναρξη ισχύος των διατάξεων αυτών και ως χρόνος έναρξης ισχύος ορίζεται ένας μήνας μετά τη δημοσίευσή του, εκτός αν σε ειδικότερες διατάξεις του ορίζεται διαφορετικά (άρθρα 44 και 45).

18. Καλόπιστη διεξαγωγή της δίκης (αρ. 37)

Η χρηματική ποινή ορίζεται στο ποσό των 150-1500 ευρώ, αντί έως 500.000 δρχ.

Χρύσα Ανδρεάδου
ddikastes.gr